Δεν χρειαζόμαστε επιμόρφωση, χρειαζόμαστε συμβάσεις και δικαιώματα


Δεν είναι ώρα για πανηγυρισμούς, αλλά για οργάνωση των αόρατων του κλάδου!

Αφού τελείωσε η θύελλα που ξέσπασε μετά τις πρώτες εξαγγελίες της κυβέρνησης για τα οικονομικά μέτρα στήριξης των πληττόμενων επαγγελμάτων και την παλινωδία που βίωσε ο κλάδος των δικηγόρων και οι λοιποί επιστημονικοί κλάδοι είναι η ώρα του απολογισμού, τώρα που το πλαίσιο είναι ξεκάθαρο. Οι ασκούμενοι δικηγόροι εντάχθηκαν εντέλει στο «εκπαιδευτικό επίδομα τηλεκατάρτισης», ενώ παραμένει άγνωστο εάν θα ενταχθούν στην αποζημίωση ειδικού σκοπού που θα δοθεί ( ; ) το Μάιο.

Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η επιλογή να «στηριχθούν» οι δικηγόροι μέσω προγράμματος «κατάρτισης» είναι από μόνη της προβληματική και προσβλητική για τον κλάδο, το γεγονός ότι εντάχθηκαν οι ασκούμενοι στο μέτρο μετά από πιέσεις που ασκήθηκαν είναι θετικό. Όχι επειδή χρήζουμε κατάρτισης και επιμόρφωσης, αλλά επειδή χρήζουμε άμεσης οικονομικής στήριξης σε μία περίοδο που τα περισσότερα γραφεία έχουν κλείσει ή υπολειτουργούν και που η επόμενη μέρα που θα ξημερώσει στην οικονομία της χώρας και του κλάδου φαίνεται ζοφερή. Η πραγματική όμως νίκη δεν είναι ούτε η κατάρτιση ούτε καν τα ίδια τα 600 ευρώ. Είναι ότι για πρώτη φορά όσοι βρίσκονται στην «γκρίζα ζώνη» του επαγγέλματος, οι ασκούμενοι και οι «συνεργάτες» των 500 ευρώ χωρίς έναρξη, βρέθηκαν στο επίκεντρο της συζήτησης. Συντονίστηκαν γύρω από το δίκαιο αίτημα να ενταχθούν στα μέτρα οικονομικής στήριξης και πίεσαν τους Δικηγορικούς Συλλόγους και την Κυβέρνηση. Οι βιοτικές ανάγκες που έχει το αόρατο δυναμικό του κλάδου, το πιο ευάλωτο σε αυτήν την κρίση, απασχόλησαν για πρώτη φορά τους εκλεγμένους «εκπροσώπους μας» που μέχρι πριν λίγο καιρό αρνούνταν οποιαδήποτε συζήτηση για τις αμοιβές και την ασφάλιση των ασκουμένων και συζητούσαν αποκλειστικά νέους τρόπους εντατικοποήσης του πλαισίου της άσκησης.

Η έκτακτη ρύθμιση για την υπαγωγή και των ασκούμενων και των δικηγόρων που δεν έχουν κάνει έναρξη πιθανώς να αντιμετωπίσει προσωρινά το πρόβλημα, το γενικό πλαίσιο παραμένει και ορίζει καθήκοντα για τον κλάδο για την επόμενη μέρα. Ιδίως ενόψει του γεγονότος ότι η επόμενη μέρα θα είναι δύσκολη, θα φέρει λουκέτα σε γραφεία, νέα φορολογική και ασφαλιστική λεηλασία προκειμένου να διαφυλαχθεί η ευρωπαϊκή «κανονικότητα» των υπερπλεονασμάτων για την επόμενη χρονιά και μείωση των εισοδημάτων ενόψει της ύφεσης.

Το γενικό πλαίσιο που διέπει την άσκηση και την «συνεργασία» είναι το βασικό μας πρόβλημα και οι ευθύνες όσων το συντηρούν ως κόρη οφθαλμού (Δικηγορικοί Σύλλογοι, Κυβέρνηση, μεγαλογραφεία και εταιρίες) είναι διαχρονικές και δεν διαγράφονται με 600 ευρώ από το ΕΣΠΑ: Εδώ και δεκαετίες Κυβερνήσεις και Δικηγορικοί Σύλλογοι συντηρούν το άθλιο καθεστώς εργασιακής εκμετάλλευσης και μαύρης εργασίας που λέγεται άσκηση. Ο ασκούμενος και ο «συνεργάτης» δεν αναγνωρίζεται ως αυτό που πραγματικά είναι, ως εξαρτημένος εργαζόμενος που δικαιούται μισθό, ασφάλιση μισθωτού, άδειες, ωράριο, υπερωρίες και φυσικά και φορολογία μισθωτού (άρα και αφορολόγητο όριο). Το πρόβλημα βρίσκεται στο ότι ο ασκούμενος δεν «φαίνεται» πουθενά για το κράτος, δεν έχει κανένα απολύτως δικαίωμα, παρά μόνο την υποχρέωση να πληρώνει εισφορές υγείας από τα λεφτά που δεν βγάζει. Το πρόβλημα βρίσκεται στο ότι ενώ ο ασκούμενος δεν είναι φυσικά ελεύθερος επαγγελματίας άρα δεν κάνει (και δεν υποχρεούται από το νόμο άλλωστε να κάνει) έναρξη επιτηδεύματος, δεν αναγνωρίζεται ως μισθωτός εργαζόμενος. Η (πενιχρή) αμοιβή του δεν φαίνεται πουθενά και δεν μπορεί επί της ουσίας να τη διεκδικήσει ούτε καν σε ομαλές συνθήκες.

Η κρίση του κορονοϊού ήρθε απλώς να υπογραμμίσει τον παραλογισμό και την αδικία αυτού το πλαισίου, καθώς χιλιάδες ασκούμενοι και νέοι συνάδελφοι βρεθήκαμε παντελώς έκθετοι. Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι που σήμερα για πρώτη φορά (και μετά την πίεση που άσκησαν οι 1200 υπογραφές ασκουμένων και νέων δικηγόρων) αναγνώρισαν ότι οι ασκούμενοι χρήζουν οικονομικής στήριξης, καλά θα κάνουν να αναγνωρίσουν και την ευθύνη τους για την κατάσταση και να προχωρήσουν σε άμεση τροποποίηση του Κώδικα Δικηγόρων και αναγνώριση της άσκησης ως εξαρτημένης εργασίας. Γιατί το βασικό ερώτημα δεν είναι «πώς ζει ο ασκούμενος στην εποχή του κορωνοϊού» αλλά «πώς επιβιώνει ο ασκούμενος γενικά».

Τα επιχειρήματα δε περί μαθητείας θα ήταν αστεία αν δεν ήταν προσβλητικά για όποιον έχει εργαστεί έστω και 1 μήνα σε γραφείο. Ο ασκούμενος εκτελεί κανονικότατα δικηγορικά καθήκοντα, συντάσσει δικόγραφα, διεκπεραιώνει νομικές εργασίες στα δικαστήρια, πηγαίνει σε υπηρεσίες και κτηματολόγια, εκτελεί ακόμη και καθήκοντα γραμματειακής υποστήριξης. Παράγει έργο για το γραφείο, συμβάλλει στην αύξηση των εσόδων του και πρέπει να αμοίβεται αντίστοιχα γι αυτό. Να κοπεί λοιπόν η πλάκα περί μαθητείας.

Η υγειονομική κρίση του κορωνοϊού και οι οικονομικές της συνέπειες αλλά και η συσπείρωσή μας γύρω από το δίκαιο αίτημά μας για ένταξη στα μέτρα πρέπει να γίνουν μάθημα για τον κλάδο μας. Το ότι αυτή την περίοδο αλλά πολύ περισσότερο την περίοδο που θα ακολουθήσει την υγειονομική κρίση συλλογικά είμαστε έκθετοι αποτελεί επιβεβαίωση αυτού που ατομικά βιώνουμε εδώ και χρόνια: σε κάθε δύσκολη στιγμή (ασθένεια, απόλυση, εργοδοτική αυθαιρεσία) στερούμαστε οποιουδήποτε προστατευτικού πλαισίου. Στο τέλος κάθε μήνα το ταμείον είναι μείον και οι εισφορές πρέπει να πληρωθούν από τους μισθούς των γονιών μας.  Οι 18 μήνες της άσκησης δεν μπορούν να είναι απλά 18 μήνες χαμένοι από τη ζωή μας, που συνεχίζουμε να εξαρτόμαστε από τη στήριξη των γονιών.

Μοναδική λύση για εμάς, τους ασκούμενους και πραγματικό βήμα για να σταματήσουμε να είμαστε απροστάτευτοι θα ήταν η κατάργηση των διακρίσεων εις βάρος μας, η κατοχύρωση κατώτατης αμοιβής με νομοθετική πράξη και όχι με ΕΣΠΑ και voucher, μαζί με κατοχύρωση του χαρακτήρα της άσκησης ως εξαρτημένης εργασίας, που απαιτεί συμβάσεις εργασίας και σεβασμό των διατάξεων του εργατικού δικαίου. Έτσι θα αποκτήσουμε ωράριο, παροχές και δικαιώματα ενός εργαζομένου. Έτσι θα υποχρεωθεί ο εργοδότης μας να καταβάλλει τις εισφορές μας. Έτσι θα καταφέρουμε να επιβιώσουμε στη δίνη της επόμενης κρίσης, να σταθούμε στα πόδια μας, να συμβάλλουμε στην ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας στη χώρα μας κι όχι να γίνουμε το νέο κύμα του “braindrain”.

Οι δικαιολογημένες αντιδράσεις και η συσπείρωση που σημειώθηκε αυτήν την περίοδο είναι ένα καλό πρώτο βήμα για εμάς, τους αόρατους του κλάδου, όμως αν δεν αποκτήση μορφή, συγκρότηση, μέσα πάλης και συγκεκριμένα αιτήματα την επόμενη μέρα κινδυνεύει να «ξεφουσκώσει» και να υποβιβαστεί σε ατομική «γκρίνια» και μοναχική απελπισία του καθενός. Δεν είναι λοιπόν ώρα για πανηγυρισμούς. Είναι τεράστιο το κενό της οργάνωσης στον κλάδο μας που με σοβαρούς όρους θα διεκδικήσει τα αυτονόητα, θα συγκροτήσει αντιστάσεις σε όσες αποφάσεις λαμβάνονται για εμάς χωρίς εμάς και θα κάνει κάθε ασκούμενο και νέο νομικό να καταλάβει ότι δεν είναι μόνος του, ότι δύναμή μας είναι ακριβώς η οργάνωση μας.

Να διεκδικήσουμε:
·       Υποχρεωτική σύναψη σύμβασης εξαρτημένης εργασίας για τον ασκούμενο δικηγόρο
·      Αμοιβή τουλάχιστον στο ύψος του κατώτατου μισθού
·      Σταθερό ωράριο, πληρωμή των υπερωριών, αποζημίωση
·      Υποχρεωτική κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών από τον δικηγόρο-εργοδότη
·     Δικαιώματα του εργατικού δικαίου, όπως άδειες, επίδομα Χριστουγέννων κλ.π.
   
  Επιμέλεια άρθρου: Θάνος Παπαδόπουλος, Ειρήνη Τσαλουχίδη, Ασκούμενοι Δικηγόροι Θεσσαλονίκης, μέλη της Κίνησης Ασκουμένων και Νέων Δικηγόρων

Σχόλια